Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μουρίκης Νίκος Ι.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μουρίκης Νίκος Ι.. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 16 Σεπτεμβρίου 2017

Ερωτικό 2



 



Φολέγανδρέ μου 
βράχε μου στο διάβα του καιρού
εκεί που γίνεται το πέλαγος λίμνη
περιστοιχισμένη από άκρες και κορφές
και πάλι η λίμνη γίνεται αντάρα
όταν σιμώνεις

Πέρασαν ναύτες κάποτε
σε στέρεο σκαρί
είδαν τ’ αδέλφια σου να λούζονται
στην καταχνιά
είδαν το στερέωμα ν’ αγγίζει
τα σγουρά τους κεφάλια
μα η πυξίδα τους τυφλή

Στάθηκα
όλα μου τα μάτια σύνορα
όλα σου τα σύνορα κατακρημνίσεις
μαύρο βαθύ γαλάζιο γκρίζο
και πέτρες άσπρες
μία μία σμιλεμένες
στην καμπούρα του χρόνου
ένα μωσαικό από φως και σκιές
δρόμοι σκυφτοί σαν κορυφογραμμές

Βουτάει ο Καραβοστάσης στο κατράμι
και τα σκαριά αναδύουν την αρμύρα
η Χώρα κήποι γελαστοί
Φολέγανδρέ μου
προσκυνητή σου μ’ έταξε
του έρωτα η μοίρα

Τι αλαφρά που είναι τα όνειρα
στ’ ασβεστωμένα πεζούλια
σμίγουν εκεί οι φωνές των ανθρώπων
με τις φωνές των δέντρων
έρχονται φεύγουν με καλούν
πώς ν’ αρνηθώ
βαθιά μαζί τους χάνομαι στα κύματα στη ζάλη


Νίκος Ι. Μουρίκης
από την έκδοση 5 ποιητές στην Αγορά
Δημοτική Αγορά Κυψέλης, 2008

Τρίτη 25 Ιουλίου 2017

Ανάβαση στον Όλυμπο

Σκάβουμε το χώμα
Ρωτάμε τον διπλανό
Προσευχόμαστε
Δίχως σημάδια
Δένουμε τους κάβους

Διέξοδος
Η προσμονή του θαύμτος
Το αναπάντεχο 
Και συνάμα τρομαχτικό

Όμως θαύμα
Δεν είναι 
Η άρση της νομοτέλειας
Είναι 
Η νομοτέλεια καθαυτή

Ο θάνατος και η ανάσταση
Του ήλιου
Το όργωμα η σπορά ο θερισμός
Ο κύκλος ΄που γίνεται σπείρα
Η ανέλιξη

Χαράζει
Ανυπόδητοι πατάμε την πέτρα
Αψηφάμε τ' αγκάθια
Δοξάζουμε το ταξίδι
Που αξιωθήκαμε 
Να κάνουμε 
Χωρίς έγνοια
Χωρίς δεύτερο συλλογισμό

Χαράσσουμε το πεπρωμένο μας
Με τις σκέψεις
Τα συναισθήματα
Τις πράξεις μας
Την τύχη μας την τεύχουμε
Με της έλξης τον νόμο

Έχουμε πάντα
Τις βαλίτσες μας έτοιμες
Για το σινιάλο
Της επιστροφής


Νίκος Ι. Μουρίκης
από τη συλλογή Γενεαλογία του πείσματος, 2016
 

ΠΕΝΘΟΣ, Ι Άρνηση

Υπάρχω
Υφίστημι
Υπό τινός
Είμαι αρχή και τέλος
Πεπερασμένος κύκλος
Γήινος

Τίποτα δεν υπάρχει
Έξω από τη σκέψη μου
Όλα εγώ τα δημιουργώ
Τους δίνω όνομα νόημα
Προορισμό

Τίποτα δεν υπήρξε πριν
Ούτε θα υπάρξει
Γιατί δεν υφίσταται χρόνος
Στην αιωνιότητα 
Της φαντασίας μου

Ονειρεύτηκε τον Δία
Να δαμάζει την Ευρώπη
Την κόμπρα
Να περιβάλλει 
Του Βούδα την κεφαλή

Ο Χριστός δεν συγχώρησε 
Τον ληστή
Απλά του πλάκωσε το πούλι
Ο Προφήτης 
Βραχνός στης Παρασκευής
Τον μιναρέ

Πήρα διάφορες όψεις με τον νου μου
Descartes Russell Berkeley Wittgenstein
Έγινα θεός
Στη θέση του θεού

Κάποτε θα πέσει η αυλαία
Η σκέψη
Σα σφουγγάρι
Θα σβήσει
Την κιμωλία

Του ίχνους μου


Νίκος Ι. Μουρίκης
από τη συλλογή Γενεαλογία του πείσματος, 2016


Γυμνός

Μια ζωή φόρα παρτίδα
Γυμνός και αφτιασίδωτος
Τι να κρύψω
Πως είχα όνειρα
Και για χάρη τους θυσίαζα το σήμερα
Καθένας το περιμένει αυτό από έναννέο
Μια ανυπμονησία ένα πάθος 
Μια παρόρμηση

Ύστερα υποτίθεται ανδρώθηκα 
Και πάλι διάφανος
Καρφωνόμουν με τη θλίψη μου
Μύριζε η ανάσα μου αποχή απ' τη ζωή
Και άγνοια
Αλλά τι να περιμένει κανείς από έναν άντρα
Που ερωτεύεται την μάνα του

Πέρασα την εφηβεία μου σκάρτα σαράντα
Πώς να το βουλώσω
Πως έψαχνα και καμάρωνα
Για κάθε εικόνα στίχο και φωνή
Το πράγμα μιλούσε από μόνο του
Η τρέλα με μεταμόρφωνε

Κι η θλίψη μου
Κατάθλιψη μου
Μου έδειχνε τον δρόμο για τον άνθρωπο
Άρχισα να λατρεύω
Τις ψυχές όσων υπέφεραν
Μα τσακιζόμουν
Μόνος κι αδύναμος
Μπανταρισμένος ως τον λαιμό

Μια ζωή στην εντατική
Είχε έρθει η ώρα της ανάνηψης
Ξέσκισα τα κουρέλια μου
Κι έγινα πεταλούδα
Όχι δεν έφερα την επανάσταση
Μα έβλεπα για πρώτη φορά
Των άλλων τα φτερά 
Γύρω μου 

Ήταν πολλοί και πολύχρωμοι
Και το σμήνος τάρασσε τη μούχλα
Των πνευμόνων μας
Γίναμε συνδαιτημόνες στον ανοιχτό διάλογο
Του αναστοχασμού

Τα μαλλιά αραίωσαν το διάφραγμα φούσκωσε
Το πέος έπαψε να ξεβάφει το μπλουτζίν
Μα γίναμε ένα δεμάτι ξύλα
Και τίποτα δεν μπορεί να θραύσει
Την επιμονή μας

Ενηλικωθήκαμε


Νίκος Ι. Μουρίκης
από τη συλλογή Γενεαλογία του πείσματος, 2016

Χαραυγή

Βουτώ στη δυσ-θυμία
Για ν' ανατείλω στο φως της αγάπης
Να βρω τις άλλες ψυχές
Με τις ρυτίδες τους
Παλιές ψυχές
Που πλήρωσαν το τίμημα
Της ελευθερίας τους

Όμως πριν βουτήξω
Κοιτάζομαι στον καθρέφτη
Χαμογελώ με τις βουβές γκριμάτσες μου
Και λέω τρεκλίζοντας
Σε αποδέχομαι
Τρέλα
Σε αγαπώ
Περιφρονημένε εαυτέ μου

Κι εσύ
Μοίρα που έτευξα
Αιώνες τώρα
Νόμιζα ότι σε είχα χάσει
Γιατί σε έψαχνα
Σε πρόσωπα
Ηλικιωμένων γυναικών

Δεν τολμούσα
Να δω την κόρη των ματιών σου
Αν λάμπει αν είναι μεθυσμένη
Σε μετραγα
Με τη στάθμη του θολού ποτηριού

Εκεί γυμνώθηκα αθέλητα
Γερμένος στο δεκανίκι
Της λήθης
Ανήμπορος στο βάρος
Της επίγνωσης

Είμαι γυναίκα στο σώμα άντρα
Είμαι άντρας με καρδιά
Που γέννησε
Ο Πάνας ο Ορφικός
Είμαι άντρας
Και ποθώ
Μια παρθένα ως παντοτινή ερωμένη μου
Την αδελφή μου 
Αθηνά

Και τώρα ιατρέ και μάντη και μουσικέ και τοξευτή
Θεέ πατέρα δάσκαλε
Ω φωτεινέ Απόλλων
Μη με τυφλώσεις
Που ξεστράτισα
Δέξου με ως αδελφό
Που τα μαλλιά μου άσπρισαν

Αξίωσέ με

Να συνυπάρχω
Να αγαπώ
Να συνδέομαι
Να κλαίω και να χαίρομαι

Γκρέμισε το βάθρο-βάραθρό μου

Άσε με να γίνω

Άνθρωπος


Νίκος Ι. Μουρίκης
από τη συλλογή Γενεαλογία του πείσματος, 2016