Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τασιόπουλος Βαγγέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Τασιόπουλος Βαγγέλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2017

Πώς ανακαινίζονται έρωτες

Όλο αυτό, το αναμφίβολα δαιμονικό που
εξεγείρεται στα κλινοσκεπάσματα
των έρημων στρατώνων, 
δεν είναι τίπότα λιγότερο από 
τα συλημένα όνειρα όσων κατακλίθηκαν
μες στη βοή και χάθηκαν
σε ύπνους διαμπερείς αθροίζοντας
ομολογίες και ποινές. 
Κάπου εκεί οι φανοστάτες
παραφυλάνε το δίκαιο των τρένων
καθένας τους και μια ιστορία:
οι έρωτες επιστρέφουν την ηδονή τους.
Η ηχώ από τα καταλύματα φτάνει
με τρομακτική συνέπεια
δεν είναι η βροχή να πεις πως θα περάσει, 
ο εθισμός στη μνήμη αξιοποιείται επαρκώς
-ασχέτως των διακρίσεων επιμένουμε.
«Τα στοιχεία επιβεβαιώνουν τις ακολασίες...
Τρεις άνθρωποι ομολόγησαν ως αυτόπτες μάρτυρες
το περιστάτικο. Σκανδαλίστηκαν, προσέθεσαν.  »
Την επαύριον του μόχθου οι χαλασμένοι αυλικοί 
ερεύνησαν επιμελώς τα όνειρα 
Βασίστηκαν σε υποθέσεις και επειγόντως
απαγόρευσαν των κληρωτών την ηδυπάθεια. 
Όμως τα τρένα εξακολουθούν να φτάνουν 
στους σταθμούς
οι φανοστάτες να σιωπούν διαθέτοντας
το φως τους
και τα παιδιά
στα υπόσκαφα κλινοσκεπάσματά τους
ν' ανακαινίζουν έρωτες κι εξαίσιες ηδονές. 

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Οι μπαλάντες των εύχρηστων πραγμάτων, 2017

Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2017

Μελπομένη

Έφτασε με ποδήλατο, κοριτσάκι στα καλά του, όλο ευδαιμονία και χάρη. Σκανδαλίστηκαν στην ευωδιά της ηδονής οι νουνεχείς απόμαχοι. Έπαιξε με το φως η γύμνια της καθώς την υπερασπίστηκε με το δεξί της χέρι εισχωρώντας στην πυκνή βλάστηση. Η ομορφιά συντόμευε τη δράση του ελιξίριου. Σαύρες και φαιοπράσινα πτηνά από μάρμαρα. Ο κόσμος δίχως παράθυρα στα δυο της μάτια. Η Μελπομένη άφησε γι' ακόμη μια φορά τη γύμνια της να εισρεύσει στο αβαείο. Εγκόσμιοι καιροί απαθανάτιζαν τη σκόνη που αναδυόταν, όταν η μεγαλοπρέπεια χωρούσε στην πιο μικρή της έγνοια: να υποδυθεί ό,τι δεν ήταν. Έτσι σήκωσε τελετουργικά το τροχοφόρο και πήρε το δρόμο προς τη θάλασσα. Λαυκή φιγούρα στα όνειρα. Παράξενη κι αγία στον ατέρμονα παράδεισο. 

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Οι μπαλάντες των εύχρηστων πραγμάτων,2017


Η αχλή΄του βουνού και το νήμα

«Κοίταξε με είμαι στο βουνό απέναντί σου. Της κορυφής του την αχλή σου τη χαρίζω να φτιάχνεις με το νήμα της τα κορδελάκια για τα δώρα σου. Ίσως κάποτε να διαλυθεί και να σωθεί το νήμα, τότε ευκρινέστερα θα δεις το πρόσωπό μου. Για την ώρα σταμάτα να διαλέγεις τα προσόψια εκεί δεν θα με βρεις, όσο κι αν ψάχνεις» σημείωσε ο γενοβέζος ποιητής κι έπειτα κατέφυγε στον αχνιστό του εσπρέσο. Ήταν ακριβώς εκείνη η στιγμή που απ' τη Μουργκάνα σηκώνονταν οι αετοί και στο Νησάκι τα αμφίβια χορεύαν, κάτι ηρωικό αν καλά ενθυμούμα. Πάνδημη απλώθηκε στο πρωινό του κόσμου η κραυγή. Πρώτες οι μπαλαρίνες χειροκρότησαν πλησίασαν τον ποιητή με χάρη - ατάραχος εκείνος- του 'δειξαν τα όμορφα νησιά, τις γόνδολες με τα κυρτά κορμιά, του παραστάθηκαν. «Ξέρετε αν το νημα σώθηκε;» ρώτησε ανυπόμονα σε έριδες ανάμεσα και ουρλιαχτά. «Τη νύχτα που μου δόθηκε την ξόδεψα. Τα τρένα αναχωρήσανε στην ώρα τους, καιρός να σας ασπαστώ και να συγκλίνω με τους άλλους». 

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Οι μπαλάντες των εύχρηστων πραγμάτων,2017 

Των αποστάσεων

(Μέρες ζηλόφθονες στο παλαιό ανεμολόγιο).
Από τη Σιθωνία ως το Ταίναρο
Μετρούν εργάτες τ' απροσδόκητα φιλιά
Αψιμαχούνε σ' έρωτες.
Θύματα οι μνήμες που εκχωρήθηκαν
Και τώρα ήρθε η ώρα να διανεμηθούν
Στη βραδινή ανάπαυλα που κατακάθεται.
Η σκόνη κι ό,τι ξεβράστηκε 
Ησυχάζει στην αφή.
Απ' το ζεμπίλι μονάχα υπολείμματα και φθόνος
Το ακατέργαστο υλικό για ιστορίες/
Χτίζει ο καθένας το δικό του παρελθόν
Κι ας μη κούρνιασαν στα δέντρα τα πουλιά
Τους μένει στο δείπνο μια ευκαιρία
Να επιθυμησουν ό,τι δεν έζησαν
Και ντύσανε τη ζωή τους όλο λόγια.
Μάθανε αργά πως ύπουλα
πήρε ο κόρακας μακριά
'Την Ελεονόρα. 

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Οι μπαλάντες των εύχρηστων πραγμάτων,2017

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2008

Αυτό το πλοίο δεν πάει πουθενά

Αυτό το πλοίο δεν σας πάει πουθενά
μένει στη χαίτη του νερού
σαν κάτοικος αιώνων
ενδεχομένως στην αταραξία του να οφείλεται
η τόση αυτοπεποίθηση καθώς
πλούτισε χιλιάδες ενιαυτούς
δοκίμασε τα ήθη και τα είδη
καλλίνικο και εωσφόρο
απέδρασε σε όνειρα, σε συλλαβές, σε κήπους

μα τώρα κάθε κίνησή του υστερεί
τα μάτια το απαλλάσσουν υποφέρει
συνοδικοί με αρτοφόρια έχουν κληθεί
να συνεισφέρουν στη φθορά
κι οι σκύλοι αλυχτώντας τα μεσάνυχτα μαζεύουν
πιο πίσω οι εξαπατητές - εξ αγχιστείας συγγενείς -
το άγριο βλέμμα τους φορούν στις αποστάσεις

κι όμως αυτό το πλοίο δεν πάει πουθενά
κρατώντας τη διάρκεια επανέρχεται
σφυρίζει όπως πάντα
και καραδοκεί.

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Οι λάμιες του θολού βυθού, 2000

Κόκκινα παιδιά

Η τάξη μου έχει χρόνια κόκκινες
κουρτίνες
ξεθωριασμένες σαν το παρελθόν
του ήλιου
μ' όλους τους τόνους της γραμματικής
και τα σημεία

Κάθε πρωί ο ήλιος κατεβάζει ένα
διάλειμμα
στις χούφτες των παιδιών μου
κι αστράφτουν μπάλλες ολοκαίνουριες
στα μάτια τους
Ύστερα χτυπά το χρώμα τα μαλλιά τους
πηδούν στ' ακίνητα πλακόστρωτα
με το μολύβι ξίφος
έτσι να κόβουν όπου βρουν
όλους τους γόρδιους δεσμούς
και τους θανάτους

Μέχρι που νιώθω πως καμιά φορά
θα πιάσουν μέσα μου λιμάνι
θα βγουν μεσάνυχτα στις φλέβες μου
μονόφθαλμοι κουρσάροι.

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Το νέον της οδού, 1987

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2008

Η κλητική των αρσενικών

Πάντα με γοήτευε των αρσενικών η κλητική
εκείνο το έψιλον που ευημερούσε στην κατάληξη :
άνθρωπε, θάνατε ...
σαν δυο ερωτευμένες ημισέληνοι που αγρυπνούν
συλλέγοντας τις προσευχές της νύχτας

η ευρυχωρία και ο ψόγος του δηλωτικού
της ευγένειας δωρεά και υποψία

Θα πρέπει κάπου να ευνοήθηκε αυτή η πτώση
- δεν εξηγείται αλλιώς -
με τ΄αριθμητικά του παραδείσου,
της υπερφύσης την ασέλγεια
με τα φθαρμένα ενώτια και την αχλή
περισπωμένη τ' ουρανού θηρεύει
τη φωτοσκιά των λυπημένων.

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Γράνα, 2007

Όταν ονειρεύεσαι κι ακούς

... έχεις να κάνεις επιπλέον με σκατά
και είναι νύχτα να το ξέρεις
όλος αυτός ο συρφετός, τ' αγλάισμα των ημετέρων
σου δόθηκαν - θα σου δοθούν
τους πρόδωσες - να τους προδώσεις

συνήθειες παλιές ανθρώπων θα πεις
δεν εξαλείφονται εύκολα

πρόσκαιρα σιωπή η ηδονή
μια κατευναστική είναι περιπέτεια
χωρούν οι εκμαυλιστές, οι μάγοι, οι αντιπρόσωποι
όλοι οι λακέδες με της συνουσίας το μύρο
ό,τι διορθώσεις απ' αυτούς, αφήνει ίχνη
κάτι αποστήματα λιμνάζουν

διότι αυτό που έλειψε από μας
κανείς δεν το 'χε
γι' αυτό κρυφτήκαμε, γι' αυτό σιγήσαμε
δεν είχαμε το θάρρος μόνοι
κι εγκαταλείψαμε νωρίς τα λείψανά μας
κι άλλοι βαλθήκαν να διορθώσουν τα οστά
σαν κάτι να 'ξεραν καιρό από σκατά.

Βαγγέλης Τασιόπουλος
από τη συλλογή Η μνήμη της σιωπής, 1995