Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σαράκης Σωτήρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σαράκης Σωτήρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

Σημαντική λεπτομέρεια

Όταν ρωτάτε τους ποιητές
και βλέπετε που ενώ σας απαντουν
καθόλου δεν κοιτάζουνε σ' εσάς
καθόλου δεν κοιτάζουν πουθενά
και βλέπετε που ενώ σας απαντούν
μοιάζει να έχουνε ξεχάσει προ πολλού
τι τους ρωτήσατε, πως κάτι εσείς 
τους εχετε ρωτήσει
κι ακόμη βλέπετε πως δείχνουνε χαμένοι
κι ώρα πολλή επιμένουν 
στα ίδια και στα ίδια κι είναι σαν 
η σκέψη τους να τρέχει αλλού

τότε ακριβώς να τους ακούτε
πιο προσεκτικά
τότε ακριβώς να είσαστε βέβαιοι
πως ήταν η ερώτηση καλή
πως παίρνετε απάντηση σωστή.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Σημαντικές λεπτομέρειες, 2018

Τα πλατάνια

Εικοσι πέντε χρόνια εδώ
από καιρού εις καιρόν καθηλωμένος
αιχμάλωτος της ομορφιάς του τόπου
βλέπω Σταγιάτες, Μακρυνίτσα, Ανακασιά,
     την άκρη 
απ' την ουρά της Πορταριάς, λιγάκι
Παγασητικό και προπαντός
αυτά τα ένδοξα πλατάνια, πώς αλλιώς
να τα ονομάσω έτσι πυκνά κι αμέτρητα
έτσι μέγιστα, σαλεύουν
τα κλαδιά τους ρυθμικά, βουίζουν όταν
παλεύει ο άνεμος ν' ανοίξει δρόμο
ανάμεσά τους
στεγάζουν πλήθος αηδονιών,ψηλώνουν
χρόνο το χρόνο, κάποτε
θα φτάσουν ως τον ουρανό
να μου το θυμηθείτε, ακούραστες
οι ρίζες τους τραβάνε τα νερά
του απόκοσμου Κραυσίδωνα, εδώ
είκοσι πέντε χρόνα τώρα,
συνάντησα τη Μήδεια, τον Δημήτριο
Πολιορκητή και πλήθος άλλους

και τι μπορεί και πώς μπορεί
ένας φτωχός γραφιάς να ευχαριστήσει
τα γενναιόδωρα πλατάνια του παρά
γράφοντας ένα αυθόρμητο 
δοξαστικό, μια εκ βαθέων εξομολόγηση
στον άνεμο, στον ουρανό, στο Άγνωστο.  

                       ΄Άγιος Ονούφριος, 2016

Σωτήρης Σαράκης
απο τη συλλογή Σημαντικές λεπτομέρειες, 2018

Κυριακή 20 Μαΐου 2018

Εδώ

                                Γνωρίζουμε
                                -μας το 'χουν πει χίλιες φορές-
                                πού είναι το περιθώριο

Καλά είν' εδώ, πολύ καλά
έξω απ' τις κάθετες γραμμές, εδώ
ριζώνει η ποίηση, στην άκρη
της σελίδας, στην αρχή
του Χάους

για ιδέστε την αμαραντη
σε τι γκρεμό 
φυτρώνει, απλώνει ρίζες
και κλαδιά, αντέχει, της αρκούν
τα ελάχιστα, αντέχει
χρόνους και καιρούς, αντέχει
ως το τέλος

καλά είν' εδώ, πολύ καλά, χωρίς
βουή κι αντάρα, εδώ
στις εσχατιές,
                      στο κέντρο
εδώ του Κόσμου.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Σημαντικές λεπτομέρειες, 2018

Οιωνός

Ένα αεροπλάνο πρωινό είν'  ευλογία
φέρνει τον ήλιο στα φτερά του
στα πλαστικά, στις λαμαρίνες του έχει κιόλας
ανατείλει ο ήλιος, κι  όχι μοναχά
γι' αυτούς που εντός του ζούνε το ταξίδι
μα και για μας εδώ που ακινητούμε
περνάει ψηλά, σημαίνει φως, σημαίνει
ανατολή, καινούργια μέρα

κι ας το γνωρίζουμε όλοι μας
κι ας το γνωρίζει ο καθένας μας
πως όπου να 'ναι ο ήλιος
θα φανεί, ένα αεροπλάνο
με τον ήλιο στα φτερά του πριν 
την ανατολή είν' οιωνός
καλός, είν' ευλογία

έργο του γένους των ανθρώπων φτερωτό
οπυ ξετρυπώνει πριν της ώρας του τον ήλιο.


Σωτήρης Σαράκης
από τή συλλογή Σημαντικές λεπτομέρειες, 2018


Έτσι κι εγώ

Έτσι κι εγώ στη  μνήμη 
των συμμαθητών μου τώρα
έτσι μισός κι ανέσωστος θα βολοδέρνω
στη μνήμη των συμμαθητών μου, όπως
τους πιο πολλούς μισοθυμάμαι, αβέβαιος
πότε για το μικρό τους όνομα, πότε
για τη μορφή τους, μπλέκοντας
τον ένα με τον άλλο, αναζητώντας τους
σε μια αίθουσα σχολείου, ένα προαύλιο,
μιαν ημερήσια εκδρομή, κάτω απο στρώσεις
χρόνου και χρόνου κι άλλου χρόνου ασήκωτες

έτσι μισοί κι ανέσωστοι όλοι μας
οι παλαιοί συμμαθητές κυκλοφορούμε
στη ακρωτηρισμένη μνήμη 
των έτι περιλειπομένων.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Σημαντικές λεπτομέρειες. 2018

Πέμπτη 15 Ιουνίου 2017

Αυτός ο γέρος

                                                   Robert Frost
Αυτός ο γέρος
έγραψε ποιήματα.
Αυτός ο γέρος πάλεψε πολύ
να εκφράσει στη ζωή του το ανέκφραστο.
Γνώριζε
πως δεν θα το πετύχαινε, ακόμα κι όταν
κάποιες ελάχιστες στιγμές κατάφερε
ν' αγγίξει, φευγαλέα να ψαύσει
το ανέκφραστο, ήξερε καλά
πως πίσω θα γυρνούσε μ' άδεια χέρια
όμως αυτός
επέμενε και τώρα

τώρα που αγγίζει πια το τέλος, φεύγει
με ήσυχη συνείδηση
και προπαντός
κρατώντας κάτι σίγουρο
στα χέρια του, τη μόνη
βεβαιότητα, γνωρίζει
πως υπάρχει το ανέκφραστο.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στο σιδεράδκο της Λήμνου, 2017
Ενότητα Η ποίηση

Περί γνώσεως και αγνοίας

                                        Στον εγγονό μου
Όλα 
έπρεπε να τα δει από κοντά
και να τα ψάξει όλα
να τα γυρίσει ανάποδα, να δοκιμάσει
κι όλο ν' ακούς το όκι του, το ατό
(ανθρωπος δυο χρονών, τις λέξεις
δεν ξεχώριζε), το σπίτι 
άνω-κάτω, ο ίδιος
σε κίνδυνο διαρκη, μη σου ξεφύγει

σταμάτα πια, του λέω, σταμάτα
που όλο σκοντάφτεις, πέφτεις
πάνω σε δάπεδο σκληρό, στις αιχμηρές
γ\ωνίες, τρέχεις τα εμπόδια
παραβλέποντας, παραπατάς, στηρίζεσαι
σε έπιπλα ασταθή,το κάθε τι 
μπερδεύέις, πιάνεις κι ανοίγεις
κλείνεις λάθος διακόπτες, βλέπεις
είσαι πολύ μικρός κα τίποτα 
δεν ξέρεις, τίποτα
δεν έχεις μάθει ακόμα: είσαι πολύ
μεγάλος, μου αποκρίνεται, και τίποτα
δεν ξέρεις, όλα
τα 'χεις ξεχάσει πια. γνωρίζω 
τις αντιρρήσεις σας, γλώσσα 
ηχηρή, θα πείτε, σχήματα
απλοϊκά, δείγμα σαφές: σε σέρνουν
συναισθήματα, στο τέλος 
θα ξεπέσεις στο μελό, μπορεί
να 'χετε δίκαιο, όμως αυτός 
είν' ο διάλογος, αυθεντικός
και ακριβής, το βεβαιώνω.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στο σιδεράδικο της Λήμνου, 2017
Ενότητα Ο μικρόκοσμος

Το δάκρυ

Είδα καλά το δάκρυ, κυλησε
στο πρόσωπό της, μάνα, 
της λέω, γιατί κλαις;
- ιδού τώρα τα δύσκολα, πώς 
εξηγούνε στον εξάχρονο ότι 
δεν κλαίνε μονάχα στις συμφορές!-ε, να, 
μου αποκρίνεται,είδα τ' αδέρφια σου
να, εκεί, και πράγματι 
απέναντι, μακριά, μόλις που ξεχώριζαν
ο Γιώργος με τον Δημητράκη
(στα εικοσι τέσσερα, στα δεκαοχτώ 
τους χρόνια παλικάρια) ανηφορίζουν
προς τον Άη Βλάση,όμως αυτό
δεν ήταν, ασφαλώς, απάντηση κι εκείνη
συνέχισε, ε να, τα είδα κι άρχισα 
να σκέφτομαι, πώς ήρθα, πότε, εδώ
πώς μεγαλώσαν τα παιδιά μου, αδύνατο
να καταλάβω το παραμικρό, έμεινα 
με την απορία

                      κι έπρεπε
να περάσουν χρόνια
και χρόνια, τα δικά μου
χρόνια, για ν' αντιληφθώ
ποια η σχέση ανάμεσα σε δυο
παιδιά που μεγαλώσαν και στο δάκρυ
της μητέρας τους, να νιώσω
παό ποια βάθη ξεκινάει το δάκρυ
της μάνας που βλέπει ξαφνικά
τα δυο παιδιά της  να 'χουν μεγαλώσει.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στο σιδεράδικό της Λήμνου, 2017
Ενότητα Ο κόσμος

Ήσουν εκεί

Ήθελα τόσα να σου πω
μα ήτανε στ' όνειρο κι οι λέξεις
πήγαιναν αλλού κι εγώ
δεν ήξερα ποιος ήσουν, μάνα
ή πατέρας, αδερφός, εκείνος 
ο λυτρωτικός εξομολόγος,
των δέκα χρόνων μου η καλη 
δασκάλα, κάποιος άλλος, ήθελα 
τόσα να σου πω γιατί περάσαν
χρόνια και χρόνια κι η ζωή
τελειώνει κι όσα μένουν
κατακάθι όλο βαραίνουν,
τα ριζικά που ορίσανε
το ριζικό μας, φτάνουν
μαζί μας ως την άκρη, ασήκωτα
μας πνίγουν, κι ήσουν 
εκεί, δεν είχα τρόπο 
να σου πω κι όλο μιλούσα, τίποτα
δεν έλεγα γιατί
ήμασταν στ' όνειρο κι οι δυο
τόσο κοντά χαμένοι

έτσι συμβαίνει στ' όνειρο, έτσι όταν
έχουν περάσει χρόνια 
και χρόνια, βρίσκεσαι
στην άκρη και κανείς
δεν είναι πια κανείς που ήσουν
παιδί κι ήταν μεγάλος, πώς, 
ποιος μέσα στ' όνειρο ν' ακούσει,
να γνωρίσει γλώσσα παιδική
φτασμένη ως τα ψελλίσμοατα του τέλους;


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στο σιδεράδικο της Λήμνου, 2017
Ενότητα Ο κόσμος

Ο κλόουν

Ο κόσμος μ' έχει εδώ για να γελάει, ο κόσμος
πώς ν' αντέξει αν δε γελάει, ο κόσμος
έχει μεγάλες δυσκολίες, εγώ
το ξέρω αυτό καλά, ο κόσμος
πάσχει εκ γενετής και δεν υπάρχει
γιατρειά, κοιτάξτε
το θλιμμένο γέλιο μου, κοιτάξτε
το ασταθές μου βάδισμα, το αβέβαιο, 
ακούστε, προπαντός ακούστε
τον κόσμο που γελάει, τον κόσμο
που 'ρχεται καθε βράδυ εδώ, που μένει
εδώ, δε φεύγει, πώς να φύγει, πού
να πάει

          εδώ
είναι ο κόσμος και δεν έρχεται, δεν φεύγει, εδώ
από καταβολής και μέχρι τέλους
είναι ο κόσμος και γελάει 
απεγνωσμένα.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στο σιδεράδικό΄της Λήμνου, 2017
Ενότητα Ο κόσμος

Σάββατο 16 Απριλίου 2016

Αγγείο πόσεως

Τον ξέρω αυτόν τον τύπο
τον θυμάμαι, τον έχω
συναντήσει σ' όλα τα μουσεία
αυτόν
με κύλικα, με κάνθαρο,
με σκύφο, μ' ασημένιο 
τάσι στο δεξί του
χέρι, αργά τη νύχτα

αργά, που έμενε μόνος, είχαν σβήσει
τα τελευταία επίγεια φώτα, έβγαινε 
στο μπαλκόνι του, έβγαινε
στην αυλή του, αστροφεγγιά
σήκωνε το ποτήρι του
εκστατικός στον ουρανό

κι έπινε
έπινε εκστατικός
στη υγεία του Σύμπαντος.

Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στις προθήκες, 2016

Γραμμική Β'


                          Στον Σάββα Παύλου

Γράψτε τα γράμματά σας στον πηλό
Όχι στην πέτρα, όχι στο χαρτί,γράψτε
τα γράμματά σας, κάμετε
τους λογαριασμούς σας 
στον πηλό.
Θα 'ρθει η φωτιά, θα κάψει
το χαρτί, ίσως γλιτώσει 
η πέτρα, όμως 
δεν πρόκειται να δυναμώσει, ξέρει
μόνο ο πηλός πώς να κερδίζει
απ' τη φωτιά, γράψτε λοιπόν
τα γράμματά σας στον πηλό, γράψτε τα
στη φωτιά. 

Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στις προθήκες, 2016

Χάλκινο κάτοπτρο με Αφροδίτη και Έρωτες (Αργειακό εργαστήριο, γύρω στο 650 π.Χ.)


Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου
ποια είναι η ομορφότερη;
Είμαι, άραγε, εγώ ή μήπως είναι
αυτή η Αθηναία απέναντι, καμιά άλλη
απ' τις πολλές τριγύρω της, εκείνη
η νεότερη των χρόνων του Αλέξανδρου, μην είναι,
περίτεχνε καθρέφτη μου, η φανταχτερή εκεί
στο βάθος της μεγάλης 
αίθουσας με τα πολλά χρυσά; αχ
καθρεφτάκι μου, ποιανής η σκόνη
είναι η ομορφότερη; 

Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στις προθήκες, 2016


Μαρμάρινο σύμπλεγμα χεριών στο Μουσείο Μπενάκη


Κάποιος το φρόντισε αυτό. 
Σπάραγμα από σκηνή δεξιώσεως
επιτυμβίου αναγλύφου, κάποιος 
το φρόντισε ασφαλώς. 
Τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., το φρόντισαν
προσωπικώς ο Χρόνος
με τους είκοσι τρεις 
αιώνες του, η Τύχη
με τις αμέτρητες συμπτώσεις της.
Μια ζεστή χειραψία
του ζωντανού με τον νεκρό, μείναν μονάχα
τα δυο σφιχτοδεμένα χέρια απ΄τον καρπό
και κάτω, τίποτε 
άλλο, αν είχε 
μείνει σώο το ανάγλυφο
θα το θαυμάζαμε σε θέση του 
περίβλεπτη, όμως
έτσι όπως στέκει τώρα εδώ
αυτό το απομεινάρι, θραύσμα
ταπεινό στην ταπεινή
γωνιά του, πώς
κεραυνοβολεί το βλέμμα, πώς
το καθηλώνει!

Το φρόντισαν προσωπικώς 
ο Χρόνος και η Τύχη, ίσως γι' αυτό
φαίνεται μόλις χθεσινό και κάθε άλλο 
παρά τυχαίο, και σίγουρα γι' αυτό
μόνο γι' αυτό 
έμεινε ακριβώς όπως έπρεπε
να μείνει, μόνο το καίριο, μόνο
τα δυο σφιχτοδεμένα χέρια, η χειραψία
μόνο 
το άπιαστο της τέχνης.

Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στις προθήκες, 2016

Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

Χρυσά διάτρητα ενώτια (6ος-7ος αιώνας μ.Χ.)

Διάτρητα. 
Όπως τ' αυτιά που τα φορούσαν
τ' αυτιά εκείνης της κοπέλας 
που σίγουρα την έλεγαν Θεοδώρα. 

Πού χάθηκες, κορίτσι μου, σε ποια
ληξιαρχεία; 
Πού χάθηκες και μείναν
αυτά εδώ τα έρημα ενώτια
ενώπιον μας
στην προθήκη να ψελλίζουν 
τη ζωή σου.

Πες μου, καημένη, αυτό 
μονάχα αυτό και να σ' αφήσω
ήσυχη στο χαμό σου, ήσυχη
στη λήθη, πες μου αν είχες
μικρό αδερφό που να σπαράζει
να πνίγεται στο κλάμα του όταν 
οι θειάδες σού τρυπούσανε τ' αυτιά
να οσυ φορέσουν σκουλαρίκια

αν είχες τέτοιον αδερφό, να ξέρεις
ήμουν εγώ, κι ήμουν μικρός, δεν ήξερα
δεν καταλάβαινα την παροιμία
για τα κάλλη και τον πόνο, ήμουν μικρός
και με πονούσαν
πώς με πονούσαν οι βελόνες
όταν τρυπούσανε τ' αυτιά της αδερφής μου

της αδερφής μου της Θοδώρας
σε τόπο μακρινό, σ' αιώνα
περασμένο.

Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στις προθήκες, 2016

Στις προθήκες


Τιμώ ασφαλώς, τα ένδοξα 
εκθέματα που δεν αγγίζει ο χρόνος
τιμώ τον στιβαρό 
Ηνίοχο στους Δελφούς, τον Δία (ή Ποσειδώνα)
-κραταιό!- του Αρτεμισίου, τον ωραίο 
Ερμή του Πραξιτέλη, κι άλλα 
πολλά, της τέχνης απαράμιλλα
μνημεία, πλην με τα χρόνια
απόχτησα κι ετούτο το κουσούρι
ώρες
να στέκομαι μπροστά σε μια προθήκη
με σκεύη ταπεινά, χρειώδη 
του καθ' ημέραν βίου
κι άλλα ψιλολόγια

ώρες να στέκομαι, να τα κοιτώ
είτε περίτεχνα, είτε
απλοϊκά, χοντροκομμένα
και να ρωτάω τους ξεναγούς
να γυροφέρνω

                                         τα κοιτώ
βυθίζομαι 
σ' αυτές τις ανεξάντλητες προθήκες.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Στις προθήκες, 2016

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2015

Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών


Τι να 'χε μείνει απ' αυτόν;
Τι να 'χε μείνει
απ' αυτόν, που 'χαν περάσει
χιλιετίες αμέτρητες απ' τον καιρό
που ζούσε, χιλιετίες
με τ΄ατέλειωτα
μηδενικά των αστρονόμων, σκόνη
διασκορπισμένη σ' άπειρες
εκτάσεις, όπως
θα λέγαν στον καιρό του
σωματίδια, το καθένα τους
σ΄αδιάκοπη ροή
μεταμορφώσεις, ρόλους, χωρισμούς,
συνδέσεις, σκόνη
της σκόνης, τίποτα
πουθενά δε είχε μείνει όταν ακούστηκε
μες σε στροβιλισμούς, σε χάη
ατελεύτητα, κάπου
κάπως ακούστηκε
αδέσποτη η φωνή, περαστική, ποιος ξέρει
πώς, από πού ερχόταν
από πότε
άνθισε
ένα κυκλάμινο  στ' Αμπελια

και τότε ηγέρθη εκ νεκρών, όντως
ηγέρθη
σκόνη της σκόνης του και ηγέρθη
ζωντάνεψε, άλλο τίποτα
δεν έγινε γνωστό, καμιά
του γεγονότος λεπτομέρεια,όμως
σίγουρο και μαρτυρημένο αυτό
σίγουρο και μαρτυρημένο, άκουσε
και ηγέρθη.

Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Νυχτερινά δρομολόγια, 2010
Συγκεντρωτική έκδοη Στιγμή στο χάος,
Ποιήματα 1999- 2010, 2014

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

Η τελετή


Τα δέντρα πήρανε μια στάση προσευχής γονατιστά,
γυμνά κλαδιά μες στην ομίχλη, ένα πεύκο
ήταν ο γέρος ιερέας

όμως δε φύσηξε άνεμος
δεν φύσηξε άνεμος κανείς και πώς να γίνουν
οι απαραίτητες κινήσεις για μια πλήρη τελετή
πως ν' ακουστεί το άνω σχώμεν
χωρίς πνοή ανέμου

εικόνα δίχως πριν, δίχως μετά
χρόνια και χρόνια με χιλιάδες άλλες στοιβαγμένη
στ' αζήτητα της μνήμης
πώς ξαφνικά αναδύεται, πώς επιμένει
σ' ανύποπτη στιγμή μες στην πολύβουη πόλη
μήπως ελπίδα μυστική τη ζωντανεύει, αλλά ποιος
ποιος τώρα ν' ανιχνεύει
τις διαθέσεις των ανέμων, ποιος
μια ακυρωμένη τελετή να προχωρήσει

πιος να βρεθεί μέσα σε τέτοιο δάσος, τέτοια ομίχλη
ποιος ν' ακούσει
τον ψίθυρο των δέντρων, τον ψίθυρο του κόσμου
ποιος να γίνει, πώς
μικρό κλαδάκι σ' ένα τέτοιο δάσος.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Η τελετή, 2006
Ενότητα : Προσεγγίσεις
Συγκεντρωτική έκδοση Στιγμή στο χάος,
Ποιήματα 1999-2010, 2014

Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

Το τρένο


Μπαίνεις στο τρένο, λες θα κατεβείς
στον τελευταίο σταθμό, εκεί
που θα 'χεις ως την άκρη του εξαντλήσει
το δρόμο, θα 'χεις δει τα πάντα, θα 'χεις ζήσει
αυτό το υπέροχο, μοναδικό ταξίδι
που η τύχη σου έτσι γενναιόδωρη
βουλήθηκε, τυφλή, να σου χαρίσει, όμως κάτι

κάτι συμβαίνει εκεί, στον ενδιάμεσο σταθμό
και κατεβαίνεις, άσκοπα
σε δρόμους ασαφείς περιπλανιέσαι, χάνεσαι
σ' ερημιές ατέλειωτες, μόνο θυμάσαι

θυμάσαι ακόμα το ταξίδι που παράτησες
τον τελευταίο σταθμό που δε θα φτάσεις
ποτέ σου δεν θα δεις, πόσα έχεις χάσει, μόνη
παρηγοριά σου τώρα μια υποψία
φαίνεται αυτο το τρένο πως δεν έχει
δεν έχει τελευταίο σταθμό, κανείς δε φτάνει
εκεί, τυχαία
ο κάθε ταξιδιώτης ανεβαίνει, κατεβαίνει
δεν έχει το ταξίδι αυτό λογαριασμό

δικές σου ματαιότητες, δικές σου
πλάνες οι ενθουσιασμοί, τα σχέδια, μα ωστόσο
πώς ν' αντισταθείς, σε πνίγουν τα ερωτήματα,
     ποιος ήταν
ο ενδιάμεσος σταθμός, γιατί κατέβηκες, πού πας
ποιος σ' έριξε σ' αυτές τις ερημιές
πώς έμπλεξες σ' αυτό το τρένο που δεν έχει
απάντηση καμιά, μόνο ερωτήματα
μόνο ερωτήματα και δρόμο χωρίς άκρη
χωρίς τέλος.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Η Τελετή, 2006,
Ενότητα : Προσεγγίσεις
Συγκεντρωτική έκδοση Στιγμή στο χάος,
Ποιήματα 1999-2010, 2014

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Gryllus campestris


Θέλω ν' ακούσω ένα τριζόνι απόψε.
Απόψε που 'ναι η νύχτα έτσι γλυκιά και φεύγει
φεύγει κι αυτό το καλοκαίρι ώρα την ώρα
θέλω ν' ακούσω ένα τριζόνι να επιμένει, όμως το  θέλω
να 'ναι τριζόνι γνώριμο, από κείνα
των πρώτων μου καλοκαιριών, εκείνα
τα ανεξίτηλα.

Ποιος ξέρει αν
μεταναστεύουν τα τριζόνια
ζουν μοναχά ένα καλοκαίρι, ίσως αλλάζει
τόπο τον τόπο ο ήχος τους, πώς να γινόταν
ν' ακούσω απόψε ένα τριζόνι απ' τα δικά μας, απόγονο
εκείνων των παλιών, των παιδικών
ένα τριζόνι Αμπελιωτάκι.

Αμέτρητα γύρω απ' το σπίτι, νύχτες μακρινές
μεγάλες νύχτες
νύχτες βαθιές ως πίσω απ' τη ζωή
εκείνα τα εντόπια έντομα
σίγουρα βρίσκονταν εκεί πολύ προτού φανούν
οι πρώτοι της δικής μου της γενιάς
θα παραμείνουν κι όταν
θα 'χουν σκορπίσει οι τελευταίοι

θέλω ν' ακούσω ένα τριζόνι απόψε, μακρινό
βγαίνοντας από νύχτες παιδικές να συνοδεύει
με τη σοφή του υπόκρουση το τέλος
ενός - ακόμα ενός - καλοκαιριού.


Σωτήρης Σαράκης
από τη συλλογή Η τελετή, 2006
Συγκεντρωτική έκδοση Στιγμή στο χάος,
Ποιήματα 1999-2010, 2014